ΘΥΜΑΡΙ

Thymus vulgaris

ΓΕΝΙΚΑ

Το θυμάρι είναι αρωματικός θάμνος  που απαντάται στη Νότια Ευρώπη, σε περιοχές της Ασίας, ενώ καλλιεργείται στην Αμερική.

Οι Σουμέριοι, πριν από 5.500 χρόνια, είναι οι πρώτοι, απ’ ότι γνωρίζουμε, που χρησιμοποίησαν το θυμάρι ως καρύκευμα και φάρμακο, ενώ οι Αιγύπτιοι το ονόμασαν θάμ και το χρησιμοποιούσαν στις ταριχεύσεις. Ετυμολογικά, το θυμάρι ή θύμος όπως το ονόμαζαν οι αρχαίοι, προέρχεται από τη λέξη «θύω», η οποία αρχικά είχε την σημασία του «βγάζω καπνούς» και αργότερα του «θυσιάζω». Από την ίδια ρίζα προέρχονται και οι λέξεις θυμίαμα και θυμιατίζω, ενώ στενή φαίνεται πως είναι και η σχέση με τον θυμό. Και θυμός στους αρχαίους δεν σημαίνει την οργή, αλλά τη ζωτική δύναμη, τη βούληση, όπως μας επιβεβαιώνουν λέξεις σαν το λιπόθυμος, εύθυμος, πρόθυμος κ.α. Για τον Πλάτωνα, μάλιστα, ο θυμός αποτελεί ένα από τα τρία μέρη της ψυχής, την κινητήρια δύναμη της ανδρείας.
Ήδη από την εποχή του Ομήρου, το θυμάρι ή για να είμαστε πιο ακριβείς τα αρκετά είδη του που ευδοκιμούν στη χώρα μας, εκτός από ήδυσμα για διάφορα εδέσματα αποτελούσε σύμβολο δύναμης και ανδρείας.
Το θυμάρι ήταν φυτό αφιερωμένο στη θεά του έρωτα Αφροδίτη και κανείς δεν αμφισβητούσε πως προκαλεί ή ενισχύει τον πόθο.

Οι Ρωμαίοι στρατιώτες έκαναν μπάνιο σε νερό αρωματισμένο με θυμάρι για να τους δώσει σφρίγος και ενεργητικότητα.

 

ΕΝΔΕΙΞΕΙΣ- ΧΡΗΣΕΙΣ

Χρήσιμα μέρη του είναι οι ανθισμένες κορυφές.

Έχει χρησιμοποιηθεί σαν διεγερτικό, πολύτιμο για τη σωματική και πνευματική κατάπτωση (ατονία), το άγχος, τη νευρασθένεια, την κατάθλιψη, αλλά και την ημικρανία.

Θεωρείται ότι αυξάνει την πνευματική διαύγεια και τονώνει τα νεύρα.

Έχει αντισηπτικές και αντιβακτηριδιακές ιδιότητες και για το λόγο αυτό χρησιμοποιείται σε φάρμακα και καλλυντικά.